μαργκράβος

μαργκράβος
ο
βλ. μαργράβος.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • μαργράβος — και μαργκράβος, ο διοικητής μαργραβάτου, παραμεθόριας περιοχής ή επαρχίας κατά τον μεσαίωνα στην Ευρώπη, ο οποίος είχε ευρεία στρατιωτική, διοικητική και δικαστική εξουσία. [ΕΤΥΜΟΛ. < γερμ. Markgraf] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”